ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2017

ΤΙΤΑΝΟΜΑΧΙΑ...[Μέρος Γ΄]


Γράφει οΔημήτριος Μάρκου
Γ΄. Τιτανομαχία- κυριαρχία του Δία
Τα παιδιά του Κρόνου δεν συγχώρεσαν στον πατέρα τους την κατάποσή τους. Γι’ αυτό συντάχθηκαν εναντίον του. Μια πολύχρονη μάχη έμελλε να ξεσπάσει, που έμεινε στη μνήμη της ανθρωπότητας σαν Τιτανομαχία! Αν και νικήθηκε ο Κρόνος από τον Δία, ο γιος της Ρέας δεν έγινε αμέσως κύριος του Ολύμπου. Πριν να γίνει ο βασιλιάς του κόσμου, έπρεπε να υπερπηδήσει πολλές τρομερές δυσκολίες. Να πολεμήσει σκληρά. Γιατί χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την επίθεση των παλαιών θεοτήτων, που δεν ανέχονταν να στερηθούν την εξουσία. Παλαιοί και νέοι θεοί, αρσενικοί και θηλυκοί πήραν μέρος σ’ αυτό τον πόλεμο, που διήρκεσε δέκα ολόκληρα χρόνια. Αντίπαλοι ήσαν τα παιδιά του Κρόνου, δηλαδή ο Δίας με τους αδελφούς και τις αδελφές του και ο Κρόνος με τ’ αδέλφια του τους Τιτάνες. Ο Ωκεανός κράτησε ουδέτερη στάση. Κάποιοι λένε πως υποστήριξε τον Δία. Η φοβερή, όμως, Ωκεανίδα, η Στύγα, μαζί με τα παιδιά της συμπαρατάχθηκε με τα παιδιά του Κρόνου.
[[ Και η Στύγα, του Ωκεανού η κόρη, έσμιξε με τον Πάλλαντα
και γέννησε μες στο σπίτι της το Ζήλο και τη Νίκη που ωραίους αστραγάλους έχει,
το Κράτος και τη Βία, παιδιά περίφημα.
Σπίτι γι’ αυτούς μακριά απ’ το Δία δεν υπάρχει, ούτε κάθισμα,
ούτε και δρόμος που ο θεός να μην τους οδηγεί,
μα κάθονται πάντα πλάι στο Δία το βαρύβροντο.
Αφού έτσι αποφάσισε η Στύγα, η άφθαρτη Ωκεανίδα,
τη μέρα εκείνη που ο Ολύμπιος αστραπορίχτης
όλους τους αθανάτους κάλεσε στον υψηλό τον Όλυμπο.
Κι είπε πως όποιος από τους θεούς μαζί του τους Τιτάνες θα πολέμαγε,
αυτός δε θα ‘χανε τα προνόμιά του, πως ο καθένας θα ‘χει τις τιμές
που ‘χε και πριν μες τους αθάνατους θεούς.
Εκείνον πάλι που χωρίς τιμή, χωρίς προνόμια, απ’ τον Κρόνο ήταν,
είπε πως θα του έδινε μερίδιο στις τιμές και τα προνόμια καθώς του αρμόζει.
Και πρώτη η Στύγα η άφθαρτη ανέβηκε στον Όλυμπο
μαζί με τα παιδιά της, με του πατέρα της τη συμβουλή.
Κι αυτήν ο Δίας την τίμησε και δώρα περισσά της έδωσε.
Γιατί την ίδια όρισε να είναι των θεών ο μέγας όρκος
και τα παιδιά της για όλους τους καιρούς συγκάτοικοί του να ‘ναι.
Κι ο Δίας όπως τα υποσχέθηκε, έτσι και σ’ όλους ακριβώς τα εκπλήρωσε
πέρα ως πέρα. Κι ο ίδιος μέγας είναι κυρίαρχος και βασιλιάς. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 383- 403)
Ακόμη μερικοί αναφέρουν πως και ο Προμηθέας, ο γιος του τιτάνα Ιαπετού, συμπαρατάχθηκε με τον Δία και έδρασε σαν πρωτοπαλίκαρό του, ή ακόμη και σαν σύμβουλός του γιατί είχε κοφτερό μυαλό. Αμφίρροπος, όμως, ο αγώνας γιατί οι Τιτάνες δεν ήσαν εύκολοι αντίπαλοι. Τα παιδιά του Κρόνου ήταν ταμπουρωμένα στον υπερήφανο Όλυμπο και τα παιδιά του Ουρανού ταμπουρωμένα στην υψηλή την Όθρη. Δέκα χρόνια λυσσαλέες μάχες και κανείς δε χάρηκε τη νίκη. Ο Ησίοδος μας λέει:
[[ Γιατί καιρό πολέμαγαν κι είχανε πόλεμο που θλίβει την ψυχή,
ενάντια μεταξύ τους σε μάχες κρατερές,
οι θεοί Τιτάνες κι όσοι απ᾽ τον Κρόνο γεννηθήκανε,
οι ένδοξοι Τιτάνες από την Όθρη την ψηλή,
κι από τον Όλυμπο οι θεοί, των αγαθών οι χορηγοί,
αυτοί που η Ρέα γέννησε σαν πλάγιασε με τον Κρόνο.
Κι εκείνοι πολέμαγαν μεταξύ τους συνεχώς για δέκα ολόκληρα χρόνια
κι είχανε μάχη που θλίβει την ψυχή.
Της φοβερής της έριδας λύση καμία και τέλος δεν υπήρχε
και για τις δυο πλευρές, και του πολέμου η έκβαση ήταν ισόρροπη. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 630- 639)
Τότε η Γη μήνυσε με χρησμό στον Δία πως η νίκη θα κλίνει στη μεριά εκείνου που θα ελευθερώσει τους φυλακισμένους θεούς στα Τάρταρα. Ο Κρονίδης αμέσως κατάλαβε πως ήταν ανάγκη να λύσει τις αλυσίδες των Κυκλώπων, του Βρόντη, του Στερόπη και του Άργη. Αυτούς τους φρουρούσε ένα τερατώδες όν, η Κάμπη. Ο Δίας σκότωσε το τέρας και ξανάφερε στο φως τους τρεις Κύκλωπες. Αυτοί, δείχνοντας την ευγνωμοσύνη για τη λύτρωσή τους, για να τον ευχαριστήσουν του χάρισαν τη βροντή, τον αστραπή και τον κεραυνό, τα τρομερά όπλα που είχε στη συνέχεια ο μετέπειτα βασιλιάς θεών κι ανθρώπων. Ακόμη, στον Ποσειδώνα χάρισαν την τρίαινα και στον Πλούτωνα την “κυνέην”, η οποία ήταν ένας σκούφος από σκυλοτόμαρο, που τον έκανε αόρατο. Με τη συμμετοχή των Κυκλώπων στις τάξεις των μαχητών του Δία, οι φίλοι του πήραν περισσό θάρρος.
Ο Απολλόδωρος μας γράφει: μαχομένων δὲ αὐτῶν ἐνιαυτοὺς δέκα ἡ Γῆ τῷ Διὶ ἔχρησε τὴν νίκην, τοὺς καταταρταρωθέντας ἂν ἔχῃ συμμάχους· ὁ δὲ τὴν φρουροῦσαν αὐτῶν τὰ δεσμὰ Κάμπην ἀποκτείνας ἔλυσε. καὶ Κύκλωπες τότε Διὶ μὲν διδόασι βροντὴν καὶ ἀστραπὴν καὶ κεραυνόν, Πλούτωνι δὲ κυνέην, Ποσειδῶνι δὲ τρίαιναν· οἱ δὲ τούτοις ὁπλισθέντες κρατοῦσι Τιτάνων, καὶ καθείρξαντες αὐτοὺς ἐν τῷ Ταρτάρῳ τοὺς ἑκατόγχειρας κατέστησαν φύλακας. (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη Α΄, ΙΙ, 1-2)
(Μετ.: Μετά από πόλεμο που κράτησε δέκα χρόνια η Γη έδωσε στον Δία χρησμό ότι θα νικήσει, αν έχει για συμμάχους του τους ριγμένους στα Τάρταρα. Αυτός τότε τους ελευθέρωσε, σκοτώνοντας την Κάμπη, που τους φρουρούσε στη φυλακή τους. Οι Κύκλωπες τότε δίνουν στον Δία τη βροντή, την αστραπή και τον κεραυνό, στον Πλούτωνα μια περικεφαλαία και στον Ποσειδώνα την τρίαινα. Αυτοί με τούτα τα όπλα νικούν τους Τιτάνες και φυλακίζοντάς τους στα Τάρταρα έβαλαν φρουρούς τους Εκατόγχειρες.)
Ο Ησίοδος αναφέρει τα ακόλουθα για την συμπαράταξη των Κυκλώπων:
[[ Και τα αδέλφια του πατέρα του τα έλυσε απ’ τα ολέθρια δεσμά τους,
τους γιους του Ουρανού, που ο πατέρας του τους έδεσε από την αφροσύνη του.
Κι εκείνοι του αναγνώρισαν τη χάρη της ευεργεσίας του
και του ‘δωσαν τη βροντή, τον κεραυνό που καίει
και την αστραπή. Πριν η πελώρια Γη τα έκρυβε.
Σ’ αυτά στηρίζεται και κυβερνά θνητούς και αθανάτους. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 501- 506)
Η νίκη άρχισε να γέρνει προς το μέρος των παιδιών του Κρόνου όταν μαζί τους συμπαρατάχθηκαν οι τρεις Εκατόγχειρες. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει ήσαν φοβεροί σε δύναμη. Σαν τους ελευθέρωσε ο Δίας τους πρόσφερε τα θεϊκά εδέσματα, την αμβροσία και το νέκταρ και στη συνέχεια τους ζήτησε την πολύτιμη βοήθειά τους. Και οι Εκατόγχειρες, γνωρίζοντας τη σοφία του Δία, που ήταν θεμέλιο για μια καλύτερη διακυβέρνηση του κόσμου, δεν την αρνήθηκαν. Την στιχομυθία στον Όλυμπο μεταξύ του Δία και του Εκατόγχειρα Κόττου, που μίλησε εξ ονόματος και των άλλων δύο αδελφών του, μας μεταφέρει ο Ησίοδος:
[[ Και το Βριάρεω, τον Κόττο και το Γύγη, απαρχής
μες στην καρδιά του τους μίσησε ο πατέρας τους, τους έδεσε με ισχυρά δεσμά,
γιατί φθονούσε την υπερβολικά ανδρεία τους, το ανάστημα,
τον όγκο τους. Και κάτω από τη γη τούς εγκατέστησε με τους πλατιούς τους δρόμους.
Εκεί μένανε αυτοί κάτω απ᾽ τη γη υποφέροντας
και κάθονταν στα έσχατα, στα πέρατα της μεγάλης γης
καιρό πολύ θλιμμένοι, κι είχανε πένθος μέγα στην καρδιά τους.
Μα αυτούς ο γιος του Κρόνου και οι αθάνατοι θεοί οι άλλοι,
που γέννησε η Ρέα η καλλίκομη από τον έρωτα του Κρόνου,
και πάλι τους ανέβασαν στο φως με συμβουλές της Γης.
Γιατί αυτή λεπτομερώς τους τα εξέθεσε όλα,
πως δηλαδή μ᾽ αυτούς τη νίκη και τη δόξα τη λαμπρή θα πάρουν.
…………………………….
Μα όταν πια σ᾽ εκείνους ο Δίας πρόσφερε όλα τα απαραίτητα,
νέκταρ και αμβροσία, αυτά που και οι ίδιοι οι θεοί τα τρώνε,
και σ᾽ όλων τα στήθη η καρδιά δυνάμωσε η γενναία,
[σαν φάγανε νέκταρ και ποθητή αμβροσία,]
τότε τους είπε των θεών και των ανθρώπων ο πατέρας:
«Ακούστε με τέκνα λαμπρά της Γης και τ᾽ Ουρανού,
για να σας πω αυτά που μες στα στήθη μου η καρδιά προστάζει.
Γιατί είναι πια καιρός πολύς που ενάντια μεταξύ μας
την κάθε μέρα για τη νίκη και την εξουσία πολεμάμε,
οι θεοί Τιτάνες κι όσοι εμείς από τον Κρόνο γεννηθήκαμε.
Μα εσείς τη μεγάλη δύναμη και τ᾽ απλησίαστα τα χέρια σας
να δείξετε ενάντια στους Τιτάνες μες στην ολέθρια μάχη,
την προσηνή φιλία μας έχοντας στο νου και πόσα αφού υποφέρατε
ήρθατε ξανά στο φως απ᾽ τα ανήλεα δεσμά σας,
από το νεφελώδη ζόφο, με τη δική μας θέληση.»
Έτσι είπε. Κι αμέσως του απάντησε ο άψογος ο Κόττος:
«Θεϊκέ, πράγματα άγνωστα δε μας φανερώνεις. Κι εμείς
οι ίδιοι ξέρουμε ότι πολλή είναι η σοφία, πολύς και ο νους σου,
πως έγινες προστάτης στους αθάνατους από την παγερή τη συμφορά,
και πως με τη δική σου σύνεση από το νεφελώδη ζόφο
και πάλι πίσω ήρθαμε από τ᾽ αμείλικτα δεσμά μας,
βασιλιά, του Κρόνου γιε, καλό ανέλπιστο παθαίνοντας.
Γι᾽ αυτό και τώρα με νου ακλόνητο και πρόθυμη ψυχή
θα προασπίσουμε την εξουσία σου στο φοβερό αγώνα,
με τους Τιτάνες πολεμώντας στις κρατερές τις μάχες.»
Έτσι είπε. Κι επαίνεσαν οι θεοί, των αγαθών οι χορηγοί,
το λόγο σαν ακούσανε. Και η ψυχή τους ακόμη πιο πολύ από πριν
τον πόλεμο ποθούσε. Και μάχη αζήλευτη σηκώσανε όλοι,
αρσενικοί και θηλυκοί θεοί, τη μέρα εκείνη,
οι θεοί Τιτάνες κι όσοι απ᾽ τον Κρόνο γεννηθήκανε,
μα κι όσοι ο Δίας απ᾽ το έρεβος, κάτω απ᾽ τη γη, στο φως τούς έφερε,
δεινοί και κρατεροί, που δύναμη υπερβολική κατείχαν.
Από τους ώμους τους χέρια εκατό σαλεύανε,
σε όλους όμοια, και στον καθένα κεφαλές πενήντα
φυτρώνανε απ᾽ τους ώμους πάνω στα στιβαρά τους μέλη.]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 617- 629 και 640- 673)
Η τελική μάχη ήταν ολέθρια. Ο Δίας χρησιμοποίησε τα φοβερά όπλα, που του χάρισαν οι Κύκλωπες. Από τον Όλυμπο εκσφενδόνιζε τους κεραυνούς του. Με αστραπές και βροντές βούιζε ο απέραντος ο πόντος κι αντηχούσε η γη. Στέναζε ο ουρανός και συνθέμελα σειόταν ο Όλυμπος και τα άλλα τα ψηλά βουνά. Η αντάρα έφτασε μέχρι το νεφελώδη Τάρταρο. Γέμισε ο αέρας άγριους αλαλαγμούς κι οι λάμψεις τύφλωναν τα μάτια. Όλη η γη κι ο ουρανός έβραζαν από τη φωτιά, μαζί κι ο βαθύς ωκεανός. Τότε οι Εκατόγχειρες με τα τριακόσια χέρια που είχαν συνολικά, τριακόσιους θεόρατους βράχους σήκωσαν με ορμή και μεμιάς τους έριξαν και καταπλάκωσαν τους Τιτάνες. Έτσι οι γενναιόψυχοι εχθροί βρέθηκαν στα έγκατα της γης, πλακωμένοι με τεράστιο βάρος.
Ας αφήσουμε, όμως, τον Βοιωτό ποιητή να μας περιγράψει με τους στίχους με κάθε λεπτομέρεια αυτή την φοβερή μάχη:
[[ Και τότε αυτοί ενάντια στους Τιτάνες στάθηκαν μες στην ολέθρια μάχη
και βράχια απόκρημνα στα στιβαρά τα χέρια τους βαστούσαν.
Μα οι Τιτάνες πρόθυμα απ᾽ την άλλη τις φάλαγγές τους δυναμώνανε.
Κι οι δυο πλευρές φανέρωναν της δύναμης και των χεριών τους
κατορθώματα κι ο πόνος ο απέραντος ολόγυρα φοβερά αντηχούσε,
αντιβοούσε δυνατά η γη και στέναζε μαζί κι ο ουρανός ο ευρύς
καθώς σειόταν, κι απ᾽ τα θεμέλια τιναζότανε ο ψηλός ο Όλυμπος
απ᾽ την ορμή των αθανάτων, και των ποδιών η δόνηση ισχυρή
στο νεφελώδη Τάρταρο έφτανε και η βοή η οξεία
από την άφατη την καταδίωξη κι από τις δυνατές ριξιές.
Έτσι ο ένας στον άλλο έριχναν βλήματα που φέρνουν στεναγμούς.
Κι έφτανε και των δυο η φωνή στον έναστρο ουρανό
καθώς φωνάζανε. Και με μεγάλο αλαλαγμό συγκρούστηκαν.
μα γέμισαν τα στήθη του ευθύς με ορμή και όλη του
τη δύναμη φανέρωσε. Κι εξίσου από τον ουρανό κι από τον Όλυμπο
προχώραγε και άστραφτε συνέχεια, και οι κεραυνοί
ευθύς μαζί με τη βροντή και με την αστραπή πετούσαν
από το στιβαρό του χέρι, την ιερή στριφογυρνώντας φλόγα,
απανωτοί. Κι ολόγυρα η ζωοδότρα η γη αντιβούιζε,
καθώς καιγότανε, κι έτριζε δυνατά από γύρω δάσος αμέτρητο.
Έβραζε όλη η γη και του Ωκεανού τα ρείθρα
κι ο πόντος ο ατρύγητος. Θερμή πνοή τους χθόνιους Τιτάνες
κύκλωνε κι άφατη φλόγα στο θεϊκό αιθέρα έφτανε,
και η ακτινοβόλα λάμψη του κεραυνού και της αστραπής
τους τύφλωνε τα μάτια, κι ας ήταν δυνατοί.
Άφατη πύρα το χάος γέμιζε. Φαινότανε σαν να ᾽βλεπαν τα μάτια
και ν᾽ άκουγαν τ᾽ αυτιά ήχο παρόμοιο,
όπως εάν ζυγώνανε η γη κι ο ουρανός ο ευρύς από πάνω.
Γιατί τόσο μεγάλος θα σηκωνόταν γδούπος,
αν έπεφτε σ᾽ ερείπια η γη και γκρεμιζόταν από ψηλά ο ουρανός.
Τόσος γινόταν γδούπος καθώς συγκρούονταν οι θεοί στη μάχη.
Και οι άνεμοι σηκώνανε με θόρυβο μαζί σεισμό, σκόνη,
βροντή, αστραπή, το φλογερό τον κεραυνό,
του μέγα Δία τα βέλη, και φέρνανε κραυγές και ιαχές
καταμεσής στα δύο μέτωπα. Κι ο θόρυβος της φοβερής της μάχης
σηκωνότανε άπλετος και φανερώνονταν της δύναμης τα έργα.
Η μάχη έκλινε. Πριν, όμως, ο ένας στον άλλο αντιστέκονταν
και μάχονταν σταθερά στην κρατερή τη μάχη.
Κι ανάμεσα στους πρώτους δριμεία μάχη σήκωναν
ο Κόττος, ο Βριάρεως κι ο Γύγης, ο ακόρεστος για πόλεμο.
Τριακόσια βράχια εκείνοι από τα στιβαρά τους χέρια
στέλνανε απανωτά και με τα βλήματά τους τους Τιτάνες
κατασκέπασαν. Και τους Τιτάνες στείλανε κάτω από τη γη
με τους πλατιούς τους δρόμους και σε δεσμά σκληρά τους δέσανε,
αφού με τα χέρια τους τους νίκησαν κι ας ήσαν γενναιόψυχοι. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 674- 720)
Αφού, λοιπόν, νικήθηκαν οι τρομεροί Tιτάνες, ρίχτηκαν στον Τάρτατο (*4), τόσο βαθιά, όσο απέχει ο ουρανός από τη γη. Λένε πως όταν αφήσεις ένα αμόνι από τον ουρανό θα πέφτει εννιά μέρες και νύχτες και θα φτάσει την δέκατη στη γη. Τον ίδιο χρόνο θα κάνει να πέσει το αμόνι από τη γη στον Τάρτατο. Εκεί στο σκοτεινό και μουχλιασμένο Τάρτατο είναι δεμένοι με βαριά δεσμά. Γύρω- τριγύρω έβαλαν χάλκινο τείχος και γύρω απ’ αυτόν, όπου είναι οι ρίζες της γης και της θάλασσας, τρία στρώματα νύχτας, σαν τριπλός τείχος, περιβάλλει το χάλκινο πρωταρχικό τείχος, που έφτιαξε ο Ποσειδώνας. Εκεί κρατούνται μέχρι σήμερα οι Τιτάνες, εκτός από τον Άτλαντα.
Κάποιοι λένε πως αρχηγός των Τιτάνων ήταν ο Άτλαντας. Έτσι, για να τον τιμωρήσει περισσότερο ο Δίας, τον έβαλε στη δυτική εσχατιά της γης, έξω από τον κήπο των Εσπερίδων- τον κήπο της Ήρας- να κρατά στους ώμους του τον ουρανό, έχοντας τον ήλιο από πάνω του σαν μία πυρακτωμένη πέτρα.
Και πάλι ο Ησίοδος περιγράφει την φυλακή των Τιτάνων:
[[ Και τόσο κάτω απ᾽ τη γη τούς ρίξανε, όσο απέχει από τη γη ο ουρανός.
Γιατί τόση είναι η απόσταση απ᾽ τη γη μέχρι το νεφελώδη Τάρταρο.
Μέρες εννιά και νύχτες αμόνι χάλκινο
από τον ουρανό αν έπεφτε, τη δέκατη στη γη θα έφτανε.
[Κι εξίσου πάλι από τη γη στο νεφελώδη Τάρταρο:]
Νύχτες και πάλι εννιά και μέρες χάλκινο αμόνι
από τη γη αν έπεφτε, τη δέκατη στον Τάρταρο θα έφτανε.
Χάλκινο φράγμα από γύρω τον κυκλώνει. Και γύρω του,
στο λαιμό του, τρίδιπλη νύχτα είναι χυμένη. Κι απάνω
της γης οι ρίζες και της ατρύγητης της θάλασσας φυτρώνουνε.
Εκεί οι θεοί Τιτάνες, κάτω απ᾽ το νεφελώδη ζόφο,
είναι κρυμμένοι μ᾽ απόφαση του Δία που τα σύννεφα μαζεύει,
σε τόπο μουχλιασμένο, στα έσχατα της πελώριας γης.
Έξοδο αποκεί δεν έχουν: χάλκινες θύρες ο Ποσειδώνας
έβαλε από πάνω τους και τείχος κι από τις δυο μεριές τούς ζώνει. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 720- 733)
Εκεί στο μαύρο και ζοφερό Τάρταρο, οι Εκατόγχειρες, ταγμένοι φύλακες από τον Δία, επιτηρούν την φυλάκιση των Τιτάνων:
[[ Εκεί μένουν ο Κόττος, ο Γύγης κι ο μεγαλόψυχος Βριάρεως,
φύλακες του Δία πιστοί που την αιγίδα του βαστάει.
Εκεί της ζοφερής της γης, του νεφελώδη Τάρταρου,
του πόντου του ατρύγητου και τ᾽ ουρανού του έναστρου
είναι στη σειρά οι πηγές και τα πέρατα όλων,
πικρά και μουχλιασμένα, που κι θεοί μισούνε.
Χάσμα μεγάλο που και σ᾽ ένα ολόκληρο έτος, αυτό που φέρνει των καρπών τ᾽ ωρίμασμα,
δε θα ᾽φτανες μέχρι τον πυθμένα του —αν πρώτα πέρναγες μέσα από τις πύλες—
μα εδώ κι εκεί θα σε παρέσερνε η μια πάνω στην άλλη η φοβερή η θύελλα.
Είναι φοβερό και για τους αθάνατους θεούς ακόμα. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 734- 743)
Μετά την πλήρη επικράτηση των παιδιών του Κρόνου, αναγνωρίστηκε η εξυπνάδα και η ισχύς του Δία και εκλέχτηκε βασιλιάς θεών και θνητών, έχοντας την εποπτεία όσων υπάρχουν πάνω από την επιφάνεια της γης.
Ο Ησίοδος αναφέρει:
[[ Αφού οι μακάριοι θεοί τον πόλεμο τελειώσανε
και με τη βία κέρδισαν απ᾽ τους Τιτάνες τ᾽ αξιώματα,
παρότρυναν, με συμβουλές της Γης, τον Ολύμπιο Δία το μακρύβροντο
να βασιλέψει και να κυβερνήσει τους αθάνατους.
Κι εκείνος τους μοίρασε καλά τα αξιώματα. ]] (Ησίοδος, “Θεογονία”, 881- 885)
Για το μοίρασμα της εξουσίας Απολλόδωρος γράφει: «αὐτοὶ δὲ διακληροῦνται περὶ τῆς ἀρχῆς, καὶ λαγχάνει Ζεὺς μὲν τὴν ἐν οὐρανῷ δυναστείαν, Ποσειδῶν δὲ τὴν ἐν θαλάσσῃ, Πλούτων δὲ τὴν ἐν Ἅιδου.» (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη Α΄, ΙΙ, 2) (Μετ.: Στη συνέχεια έριξαν κλήρο για την εξουσία και τυχαίνει στον Δία η εξουσία στη γη, στον Ποσειδώνα στη θάλασσα και στον Πλούτωνα στον Άδη.)

Παραλλαγή του μύθου της Τιτανομαχίας:
Η Ήρα, η τελευταία γυναίκα του Δία, ήταν πολύ ζηλιάρα και πολλές φορές εναντιώθηκε στον σύζυγό της. Έτσι, σαν έμαθε πως γεννήθηκε ο Έπαφος- θεός με μεγάλη δύναμη- μετά από εξώγαμη σχέση του άντρα της, κάλεσε τους Τιτάνες να παραμερίσουν τον άστατο Δία από της εξουσία του κόσμου και να επαναφέρουν στον θρόνο του τον Κρόνο. Καθώς αυτοί όρμησαν στον Όλυμπο για να εκθρονίσουν τον Δία, αυτός με τη βοήθεια της Αθηνάς, του Απόλλωνα και της Άρτεμης, τους γκρέμισε στα Τάρταρα.

Σχόλια:
• Τιτάνες και Διόνυσος Ζαγρέας:
Οι Τιτάνες συνδέονται με τον φόνο του Διόνυσου Ζαγρέα (πρώτος Διόνυσος). Ο Ζαγρέας ήταν γιος του Δία, που είχε μεταμορφωθεί σε φίδι, και της κερασφόρου Περσεφόνης, της Κόρης δηλαδή του Δία και της Δήμητρας Ο Ζαγρέας γεννήθηκε έχοντας και ο ίδιος κέρατα, όπως και η μητέρα του και ο Δίας τον όρισε διάδοχό του, δίνοντάς του σκήπτρο, καθώς και τον κεραυνό και τον έλεγχο της βροχής.
Ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων εμπιστεύτηκε το βρέφος στον Απόλλωνα και εκείνος για να το κρύψει από τη ζηλόφθονο σύζυγο του Δία, Ήρα, το έδωσε στους Κουρήτες να το αναθρέψουν. Η Ήρα όμως ανακάλυψε το μικρό Ζαγρέα και έστειλε τους Τιτάνες για να τον εξοντώσουν. Αρχικά, προσπάθησαν να τον δελεάσουν δίνοντάς του διάφορα παιχνίδια: ρόμβο, αστράγαλο, χρυσά μήλα, σβούρα. Στο τέλος του έδωσαν ένα καθρέπτη, ο οποίος κέρδισε την προσοχή του μικρού κερασφόρου θεού. Τότε οι Τιτάνες βρήκαν την ευκαιρία και όρμησαν πάνω του να τον σκοτώσουν. Ο Ζαγρέας για να τους ξεφύγει, άρχισε να μεταμορφώνεται διαδοχικά σε έφηβο Δία, Κρόνο, λιοντάρι, τίγρη, άλογο, φίδι με κέρατα και τελικά πήρε τη μορφή του ταύρου. Εκείνη λοιπόν τη στιγμή, οι Τιτάνες κατάφεραν και τον έπιασαν, τον κομμάτιασαν και τον έφαγαν, αφού τον έβρασαν σε ένα καζάνι.
Ο Δίας, οργισμένος, κατακεραύνωσε τους Τιτάνες, ενώ ζήτησε από τον Απόλλωνα να μαζέψει τα λείψανα του Ζαγρέα και να τα θάψει στους Δελφούς. Από τη στάχτη των κεραυνωθέντων Τιτάνων δημιουργήθηκαν οι άνθρωποι. Εξ αυτού φέρουν μέσα τους τη θηριώδη «τιτανική φύση» , αλλά και το θεϊκό στοιχείο εφόσον οι Τιτάνες είχαν φάει το Διόνυσο Ζαγρέα, υιό του Διός. Ο άνθρωπος, γεννημένος από την τέφρα των Τιτάνων είναι ένα κράμα καλού και κακού. Ο Διόνυσος ο Ζαγρέας είναι η ανώτατη αρχή παντός πράγματος , επειδή «συνδύαζε μέσα του την θεϊκή αρχή, και πηγή της ζωής, την οποία είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του Δίας, όσο και την υποχθόνια την οποία είχε κληρονομήσει από την μητέρα του Περσεφόνη, την θεότητα του κάτω κόσμου.
Για την ανάσταση του Ζαγρέα, υπάρχουν διάφορες εκδοχές: μία θέλει την Αθηνά (ή τον Ερμή) να σώζει την καρδιά του Ζαγρέα και να την παραδίδει στο Δία. Εκείνος είτε κατάπιε την καρδιά είτε την εμφύτευσε στην αγαπημένη του Σεμέλη, την κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας και πριγκίπισσα της Θήβας, είτε την έστυψε (ή κατ’ άλλους την έτριψε σε σκόνη) και της την έδωσε να την πιει μέσα σε κρασί. Έτσι γεννήθηκε ο Διόνυσος ο Νεώτερος- Διόνυσος Βάκχος.
Άλλη εκδοχή θέλει τη Δήμητρα (ή τη Ρέα) να συγκολλούν τα μέλη του Ζαγρέα και να τον ανασταίνουν ως Διόνυσο. Τέλος, σύμφωνα με μια ακόμα εκδοχή, ο Δίας έβαλε την καρδιά του Ζαγρέα σε ένα γύψινο ομοίωμα του θεού, το οποίο ζωντάνεψε. Με γύψο είχαν βάψει και τα πρόσωπά τους οι Τιτάνες, πριν επιτεθούν στο Ζαγρέα, κάτι που συνέβαινε κατά τη διάρκεια των ορφικών-διονυσιακών μυστηρίων.
Ο Ζαγρέας λοιπόν ήταν ο πρώτος Διόνυσος. Ο Βάκχος, ο γιος της Σεμέλης, ήταν ο δεύτερος, ο κυρίως Διόνυσος. Και τέλος, ο Ίακχος, ο γιος του Δία και της Δήμητρας (ή του Διονύσου και της νύμφης Αύρας), ήταν ο τρίτος Διόνυσος, σημαντική μορφή των ελευσινίων μυστηρίων. Οι τρεις αυτές μορφές του Διονύσου συνιστούν και την τρισυπόστατη φύση του.
Οι Τιτάνες συμβολίζουν τα ανθρώπινα πάθη που δεν αφήνουν την ψυχή να ανέλθει πρός το θεϊκό της λίκνο και την "τελείωση". Διαμέλισαν, λοιπόν, και κατασπάραξαν τον Διόνυσο, αφήνοντας άθικτη μόνο την καρδιά του, την οποία την πήρε η θεά Αθηνά και την παρέδωσε στον πατέρα της Δία. Για ποιό λόγο η Αθηνά σώζει την καρδιά του Διονύσου; H Αθηνά όπως γνωρίζουμε είναι η θεά της νόησης και της σοφίας. Η νόηση και η λογική αποτελεί το σπουδαιότερο θεϊκό δώρο στον άνθρωπο. Αρκεί όμως μόνο αυτό; Όχι, δεν αρκεί. Δίχως μία ‘ανοιχτή’ και ‘δεκτική’ καρδιά, δεν είναι δυνατόν να κατακτήσουμε την σοφία, καθώς για κάθε ένα πρόβλημα που λύνει ο νους δέκα νέα προκύπτουν. Για αυτό τον λόγο, τόσο ο νούς όσο και η καρδιά, αποτελούν τα δύο ιερότερα δώρα προς τον ισορροπημένο άνθρωπο..
Αυτό είναι ένα μυστικό που ο Προμηθέας κράτησε κρυφό από τον άνθρωπο, το έδειξε όμως με τις πράξεις του, την αγάπη του προς αυτόν..Την αγάπη που είναι ο δρόμος της καρδιάς. Η Αθηνά με την πράξη της, απλώς το επιβεβαιώνει...

• Για ορισμένους ερευνητές οι ρίζες του αρχαιοελληνικού πολιτισμού συνδέονται με τις συνέπειες των κλιματικών και γεωλογικών αλλαγών. Γι’ αυτούς, λοιπόν, η ελληνική μυθολογία δεν είναι παρά ένα περίβλημα που κρύβει τους θησαυρούς μιας μυστηριακής θρησκείας όπου οι πρώτοι φιλόσοφοι έκρυψαν τη γνώση τους των μεγάλων νόμων του φυσικού κόσμου. Μεγάλο τμήμα της ελληνικής μυθολογίας ταυτίζεται με την γεωλογική εξέλιξη του Ελλαδικού χώρου, με αποτέλεσμα να έχει και μία φυσικογεωλογική ή γεωμυθολογική διάσταση.
Πολυετής ερευνητική δραστηριότητα έχει δείξει ότι η Θεογονία του Ησιόδου, τα έργα του Ομήρου και των άλλων συγγραφέων, αντιπροσωπεύουν την φυσικο-γεωλογική εξέλιξη του Αιγαιακού και Περι-Αιγαιακού χώρου για το χρονικό διάστημα μεταξύ 18.000 και 6.000 χρόνια πριν από σήμερα κυρίως. Η μυθολογία δεν ήταν παρά το πραγματικό κεφάλαιο της ιστορίας της Ελλάδας.
Έτσι, στην Τιτανομαχία περιγράφονται έκτακτα μετεωρολογικά, γωλογικά και γενικότερα φυσικά φαινόμενα. Θύελλες, Τυφώνες, ξηρασίες και πυρκαγιές, ρήγματα στο φλοιό της γης και αλλαγές ρεύματος σε ποτάμια, σεισμοί και εκρήξεις ηφαιστείων, κατολισθήσεις, καταποντισμοί και βροχή από μετεωρίτες. Όλα αυτά οι άνθρωποι της εποχής εκείνης με τη φαντασία τους τα θεωρούσαν άγρια παιδιά της γης, που πολεμούσαν τους θεούς, οι οποίοι προσωποποιούσαν το μέτρο την αρμονία μέσα στη φύση. Ό,τι και να γινόταν στο τέλος θα επικρατούσαν η τάξη, η αρμονία, οι αθάνατοι θεοί.

• Παλαιότερα πίστευαν πως η Τιτανομαχία συμβολίζει την σύγκρουση των Ελλήνων με τους Προέλληνες και τον αγώνα των νεότερων να επιβάλλουν την ολυμπιακή θρησκεία έχοντας παραμερίσει ή υποτάξει οτιδήποτε λατρευόταν προγενέστερα στον ελλαδικό χώρο. Στις μέρες μας, βέβαια αυτή η υπόθεση έχει χάσει τη σημασία της.

• Στην Τιτανομαχία έχουμε την αναμέτρηση της προηγούμενης με τη νεότερη γενιά θεών. Αυτή αναμέτρηση δεν είναι φαινόμενο μόνο στην Ελλάδα. Αποτελεί κοινό γνώρισμα στις θρησκείες όλων των λαών. Μήπως δεν είχαμε μια μεγάλη αναμέτρηση μεταξύ της θρησκείας των Ολυμπίων με τον Χριστιανισμό, που συνοδεύτηκε με βιαιότητες; Ίσως ένας μυθογράφος του μέλλοντος να επινοήσει έναν μύθο για να παρουσιάσει την επικράτηση της νέας θρησκείας, σε σχέση με την αντικατασταθείσα.
Στο βαβυλωνιακό έπος “Ενούμα έλις”συναντούμε τη σύγκρουση του Μερδούκ, με τους νεώτερους θεούς συσπειρωμένους γύρω απ’ αυτόν, και της Τίαμακ, που είχε συγκεντρώσει τους παλαιότερους θεούς. Επίσης στους Φοίνικες συναντούμε την σύγκρουση του Βήλου με την Ομόρκα. Έχουμε, λοιπόν, στις διάφορες θρησκείες την σύγκρουση ανάμεσα στους νεότερους και τους παλαιότερους θεούς που απεικονίζουν την ιδέα για την εξέλιξη του κόσμου όπου ατελέστερες και αγριότερες φυσικές και ηθικές δυνάμεις αντικαθίστανται από τελειότερες και ημερότερες.
Στη θεογονική σημασία τόσο της Τιτανομαχίας, όσο και της Γιγαντομαχίας, διακρίνουμε τη δημιουργία και τη ρύθμιση του κόσμου από μια κυρίαρχη θεότητα που προϋποθέτει την αναμέτρησή της με αρχέγονες, τερατόμορφες και βίαιες δυνάμεις, αλλά και τον θρίαμβο πάνω σ’ αυτές. Ο νικητής θεός επιβάλει τη δική του τάξη και νομοτέλεια, αφού έχει υποτάξει «υπό τους πόδας αυτού πάντα εχθρόν και πολέμιον», όπως έγινε μετά την επικράτηση του Δία στους Τιτάνες.
--------------------------------------------------
(*4) Τάρταρος: πληθυντικός Τάρταρα. Είναι το κατώτερο τμήμα του μυθικού κόσμου. Κατά τον Ησίοδο ο Τάρταρος είναι η φυλακή του Κρόνου και άλλων Τιτάνων που σαν τόπος προσδιορίζεται στα έγκατα της Γης. Σημειώνει δε πως "χαλκούς άκμων" που ρίφθηκε από τη Γη έφθασε στον Τάρταρο μετά από 9 ημέρες και 9 νύκτες, αριθμός που λήφθηκε υπ’ όψη από την αρχαιότητα σε ταφικά έθιμα και που πέρασαν στη συνέχεια στα χριστιανικά. Μεταγενέστερα η λαϊκή φαντασία έπλασε τον Τάρταρο ως φυλακή και τόπο μαρτυρίου όλων των κακών ανθρώπων. Ο Αριστοφάνης στο έργο του "Βάτραχοι" περιγράφει τον Τάρταρο ως τόπο βασανιστηρίων για συγκεκριμένους εγκληματίες, όπως των πατροκτόνων, επιόρκων, προδοτών της πατρίδας καθώς κι εκείνων που παραβίασαν το άσυλο της Ξενίας. Ο Πλούταρχος και ο Λουκιανός αναφέρουν πολλά είδη τιμωρίας που συνέβαιναν στο Τάρταρο.
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: